17.12.11

Red Valley




Γράφω επειδή το ζήτησες.

Είναι κάτι που έχω σταματήσει να κάνω εδώ και καιρό, έχοντας ευνουχίσει αυτή την τόσο νοσταλγική, σχεδόν πάντα μοναχική, μα κυρίως ματαιόδοξη πεθυμιά για καταγραφή και απεικόνιση ιδεών. Αυτό που υπήρχε στα συρτάρια μου σαν ημερολόγιο καταστρώματος με μια διάθεση να μείνει κάτι πίσω ως αποδεικτικό στους υπολοίπους επιζήσαντες ώστε να ανακαλούν στο συλλογικό μνημονικό τους πως κάποτε επιχειρήθηκαν επικίνδυνα ταξίδια στα μεσοπέλαγα των λέξεων και πως υπήρξαν ναυάγια στις ξέρες της Διανόησης.

Μα όπως σου είπα γράφω γιατί μου το ζήτησες.

Διότι πέρα από τις δικούς μας σιωπηλούς μονολόγους, άριστο είναι να στήνουμε αυτί σε παράλληλες φωνές ανταπόκρισης στις δικές μας κραυγές για επικοινωνία. Οι ίδιες άναρθρες κραυγές είναι που άλλοτε φτάνουν στα αυτιά μας ως ψίθυροι νανουρίσματος και έστω για μια στιγμή μας κάνουν να πιστεύουμε πως το παραμυθάκι της αυτοεπιβεβαίωσης επιτυγχάνεται μέσω ενός εγωπαθούς αυνανισμού πάνω στο ματαιόπονο χαρτί ενός γραπτού απολογητικού μαρτυρίου.

Εν ολίγοις, τα τρίτα μάτια ξεδιψούν στην όαση του πηγαίου ή αρέσκονται να κλέβουν ανάσες στις δανεικές προσευχές μας για αποκάλυψη ιδεών, θέσπιση πραγματικών ερωτημάτων και προτάσεις με γνώμονα και κίνητρο το γενικό καλό; Αναπάντητο το ερώτημα αλλά εσύ συνεχίζεις να μου λες πως ο κόσμος διψά εκεί έξω. Μοιάζουν να έχουν στερέψει τα υπόγεια ρεύματα της ανθρωπότητας από αγάπη και η ξεραΐλα πλέον φαίνεται στα αποστεωμένα πρόσωπα της καθημερινής μας τρέλας. Περιφερόμενοι άνθρωποι, μπερδεμένα όντα που αναζητούν εν αγωνιωδώς να κρατηθούν από κάποιον ή κάτι. Να βρουν ένα εσωτερικό στήριγμα σε κάτι που θα τους κάνει να μην κουτσαίνουν στα μάτια των υπολοίπων. Και κάποιοι άλλοι όταν θεωρούν πως αυτό το κάτι το έχουν απαντήσει μεταμορφώνονται σε δρομείς ατέρμονων αποστάσεων ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα.

Αυτή η δίψα δεν έχει τελειωμό. Κι όλοι εμείς περιμένουμε να ανοίξουν οι ουρανοί και να βρέξει. Κοιτάζουμε με ανησυχία τα μαζεμένα σύννεφα και ευχολογούμε για ένα κατακλυσμό δίχως προηγούμενο που θα μας κάνει να βουτήξουμε βαθιά μέχρι τη ρίζα της συνείδησης μας. Μα όσο περιμένουμε βοήθεια από ψηλά, ως οφείλουμε, προσπαθούμε να αγωνιζόμαστε ορθώνοντας στεντόρειο ανάστημα κάθε γαμημένη μέρα για ένα πιο γαλάζιο ουρανό ενώ τις νύχτες καλούμαστε να πληρώσουμε της άχαρης μέρας τα καμώματα αναιρώντας έτσι την υποκειμενική αλήθεια των πραγμάτων. Αυτή την αλήθεια που πολλές φορές την κάνουμε βολικό μαξιλάρι ενάντια στους πιο τρελούς μας εφιάλτες.

Πλέον, οι καιροί έχουν αλλάξει. Κι εσύ μου λες πως πρέπει να συνεχίσω να γράφω μπας και ξορκίσω το κακό των ημερών. Ο καθένας από εμάς καλείτε να πάρει θέση απέναντι στα πράγματα. Ακόμη και η αντί-θεση με την σειρά της διεκδικεί δικαίως την ξέχωρη θέση της απέναντι στα πεπραγμένα και στα λεγόμενα των ανθρώπων. Δεν υπάρχει λόγος να κοιτάζουμε το δάχτυλο που μας δείχνει το φεγγάρι. Δεν υπάρχει λόγος να κοιτάζουμε καν το άτομο που θέλει να μας το δείξει. Πρέπει να το ανακαλύψουμε μόνοι μας στον νυχτερινό ουρανό διότι αυτό υπάρχει και θα υπάρχει εκεί πάνω διαθέσιμο για όλα τα μάτια.