22.2.11

Should I stay or should I go?



Τώρα ο καθένας μας κοιτάζει την ποδιά του και δεν ασχολείται με την μπουγάδα των πέρα μαχαλάδων. Τα απόνερα τα ξεφορτωνόμαστε το συντομότερο και κοιτάζουμε να μην λεκιαστούμε από τις συνήθειες μας. Η δουλειά είναι υποταγή στην ανάγκη και καθώς μοιρολατρικά πορευόμαστε σε έναν μικροαστικό θάνατο των αισθήσεων και των παραισθήσεων δεν ξέρουμε τι από όλα θα είναι αυτό που θα μας λείψει περισσότερο.
Είναι μια απόφαση. Πρέπει να πάρεις μια απόφαση. Δεν ξέρεις αν κερδίζεις ή αν χάνεις, δεν γνωρίζεις αν είναι σωστό ή λάθος μα οφείλεις να προστατέψεις την επιλογή σου. Με θυσία τον ίδιο σου τον εαυτό πολλές φορές ή ακόμη και το ενδεχόμενο να οδηγήσουν όλα σε μια απρόσμενη έκβαση που θα ξεπερνά και την πιο τρελή φαντασία. Δεν είσαι σε θέση να γνωρίζεις το "μετά". Για την ακρίβεια, δεν είσαι ικανός να ξέρεις τι μπορεί να σου συμβεί μέσα στο επόμενο δευτερόλεπτο. Νομίζεις πως έχεις τον έλεγχο. Εκεί που πατάς σήμερα, μπορεί να είσαι θαμμένος αύριο.
Κυριολεκτικά & μεταφορικά, το αναφέρω.
Το απίστευτο είναι όταν αρχίζεις και υποπτεύεσαι πως η κάθε σου λέξη και αντίδραση στην εκάστοτε περίπτωση, από την στιγμή της γέννησης σου μέχρι σήμερα, συνηγορούσαν αθόρυβα στο να σε φέρουν στο σημείο που στέκεσαι...Τώρα! Με την δική σου φυσικά συμμετοχή στα κρίσιμα ζητήματα, με την δική σου απάντηση στα πιο βαθιά ερωτήματα, με την δική σου άλλοτε συγκατάθεση και άλλοτε ανοχή. Δεν μπορείς να είσαι παρατηρητής ούτε να αποτραβηχτείς από την σκηνή του Τώρα, οφείλεις να είσαι Παρόν στο στερέωμα της υπόστασης σου.
Και το θαύμα θα ξεπηδήσει μέσα από την κατάρα της στιγμής εκείνης που καλείσαι να πάρεις θέση απέναντι στα πράγματα και να λογαριαστείς με τον εαυτό σου.
Πόνεσε αυτό...και μόνο που το έγραψα.
"Κι όλα είναι για καλό.", σου λένε.
"Κι όλα Είναι.", θες να αποκριθείς μα κάτι σφηνώνει στον λαιμό σου σαν μαχαίρι και σου λέει πως αυτός που στεριώνει μέσα σ'όλα είναι ο ίδιος ο Χρόνος. Αυτός που μας λογαριάζει σε κάθε μας βήμα και μετρά την κάθε κίνηση μας αντίστροφα. Εκεί είναι που αποκτούμε βαρύτητα σαν όντα και λογοδοτούμε απέναντι στους εαυτούς μας, όχι για όσα τολμήσαμε αλλά για όσα δεν κάναμε ποτέ.
Μάταια προσπαθούμε να ανακαλέσουμε στην μνήμη τα παραμύθια της γιαγιάς, το πρώτο μας παιχνίδι, το πρωτόγνωρο σκίρτημα του παιδικού μας έρωτα, το παρθένο φιλί μας. Έχουμε μεγαλώσει τώρα. Κι όσο μεγαλώνουμε γιατί μας είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως όλα όσα μας συμβαίνουν σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο αποσκοπούν κάπου και υπάρχει ένα νόημα πίσω από τις λέξεις και τις πράξεις των ανθρώπων;
Πιθανόν, έχουμε φυράνει στο ζύγι της αμοιβαιότητας που χαρίζει η αγάπη.
Μάλλον έχουμε φαλιρίσει στον εγωισμό μας και δεν μπορούμε να δούμε πέρα από την μύτη μας.
Κίνηση...μόνο έτσι πεθαίνει η σκουριά.

9.2.11

Αλλιώς


Πάσχω από δυσλεξία. Μπερδεύω την γλώσσα μου και παραπατώ σε ολισθηρά μονοπάτια που ξερνάνε σκότος. Πλέκει η ψυχή μου κόμπους και το κορμί μου βολοδέρνει έναν γόρδιο δεσμό ανάμεσα στο μυαλό & την καρδιά. Αυτή η επίκτητη, καλπάζουσα δυσλεξία έχει καταλάβει και την τελευταία συλλαβή. Δαγκώνω την γλώσσα μου μέχρι το αίμα να με λούσει στα κόκκινα ενώ μάταια ορίζω τα πράγματα. Τραυλίζω στα λάθη μου και σκιάζομαι τον πιο μεγάλο μου φόβο.
Ξέρω ότι μου ανήκω.
Πρέπει να μου ανήκω.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.
Όλα τα άλλα είναι νεκρή φύση. Υποκατάστατο μιας δανεικής ζωής. Μισόλογα που δεν βλέπουν το φως της μέρας. Ψίθυροι που στέκονται στο πλατύσκαλο της κώφωσης.
Κι όλα γίνονται ανάποδα.

Αλλιώς τα είχες στο κεφάλι σου,
αλλιώς τα υπολόγιζα
και αλλιώς τα πράξαμε.
Όλα αλλιώς.
Γιατί το Εγώ μας δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Πως αλλιώς δηλαδή;

Οι άνθρωποι τόσο προβλέψιμοι μέσα σε μια ζωή, τόσο απρόβλεπτοι μέσα σε μια στιγμή. Αργά ή γρήγορα όλα οδηγούν στην άνευ απροόπτου και πλήρως αναμενόμενη έκπληξη. Στον κούφιο εντυπωσιασμό μιας απρόσωπης μάζας που κρυφό χαιρέκακα αυνανίζεται με το μοχθηρό, στα ουράνια σφοντύλια που μας κάνουν να περι-τριγυρίζουμε τον Εαυτό μας.
Στην ολική ανατροπή της ερμηνείας που κάνουμε για εμάς και τον κόσμο.

Που θα έχουμε φτάσει;
Τι θα έχουμε μισήσει;
Πόσο θα έχουμε αγαπήσει;
Πως θα τα έχουμε ξεχωρίσει;

Η αβεβαιότητα στο θολό τοπίο της σκέψης θα με ξεβράσει σαν άδειο μπουκάλι στην ξέρα της λήθης. Ναυαγός μιας ξενιτεμένης πατρίδας που εδώ και καιρό έχει μείνει ορφανή από ιστορία και παρελθόν. Εκεί θα νιώθω πιο μονάχος από το ποτέ και το πουθενά.
Όλα αλλιώς...

4.2.11

ΑΒΑΤΟΝ - Ουκ εθέλω πλουτείν




"Ουκ εθέλω πλουτείν ουκ εθέλω πλουτείν,ουκ εύχομαι
αλλά μοι αλλά μοι είη αλλά μοι αλλά μοι είη ζην
εκ των ολίγων μηδέν εκ των ολίγων μηδέν έχοντα κακόν"

"Να γίνω πλούσιος, δεν το επιθυμώ, ούτε το εύχομαι
μα να μπορούσα να ζω με λίγα
χωρίς στις συμφορές του βίου να μετέχω."

Άβατον-Εξ Αδοκήτω

3.2.11

Grace Jones - Walking in the Rain

Βροχή, πότε θα ξεπλύνεις τη βρωμιά μας;







Walking down the street,
Kicking cans,
Looking at the billboards,
The also-rans,

Summing up the people,
Checking out the race,
Doing what I'm doing,
Feeling out of place,

Walking, walking,
In the rain.

Feeling like a woman,
Looking like a man,
Sounding like a no-no,
Mating when I can,
Whistling in the darkness,
Shining in the night,
Coming to conclusions,
Right is night is tight,

Walking, walking,
In the rain.

Come in all you jesters,
Enter all you fools,
Sit down no-no's,
Vulgar fools,
Trip the light fantastic,
Dance the swivel hips,
Coming to conclusions,
Button up your lips,

Walking, walking,
In the rain.